• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

σταρ

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Πολυλεκτικοί όροι
      • 1.2.2 Δείτε επίσης
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
σταρ < αγγλική star < μέση αγγλική sterre < αγγλοσαξονική steorra < πρωτογερμανική *sternô / *sternǭ < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *h₂stḗr (ἀστήρ)

Ουσιαστικό

επεξεργασία

σταρ αρσενικό ή θηλυκό άκλιτο

  1. διάσημος καλλιτέχνης, αθλητής κ.λπ.
    άλλες μορφές: αστέρας, αστέρι
    ≈ συνώνυμα: διασημότητα
  2. νικήτρια διαγωνισμού ομορφιάς
    → δείτε τη λέξη σταρ Ελλάς
  3. (κατ’ επέκταση) το επίκεντρο της προσοχής μιας παρέας ή ομάδας

Πολυλεκτικοί όροι

επεξεργασία
  • σταρ Ελλάς: τίτλος νικήτριας σε ελληνικά καλλιστεία
  • σταρ σύστεμ: το οργανωμένο σύστημα προώθησης ενός ηθοποιού ή καλλιτέχνη μέσω διαφημιστικών και δημοσίων σχέσεων, με στόχο τη μετατροπή του σε αναγνωρίσιμη διασημότητα

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • αντιστάρ
  • τηλεστάρ

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    σταρ
  • αγγλικά : star (en)
  • γαλλικά : star (fr)
  • ισπανικά : estrella (es)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=σταρ&oldid=6948401"
Τελευταία επεξεργασία στις 17 Οκτωβρίου 2024, στις 04:52

Γλώσσες

    • Română
    • Русский
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 17 Οκτωβρίου 2024, στις 04:52.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας