σιδεράδικο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σιδεράδικο ουδέτερο
- συνώνυμο του σιδηρουργείο
- (αργκό, παρωχημένο) γυμναστήριο που εξειδικεύεται στο μπόντι μπίλντινγκ (σωματοδόμηση)