forge
Αγγλικά (en)
επεξεργασία
Ρήμα
επεξεργασία
forge (en)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
forge (en)
- το χυτήριο
- το σιδηρουργείο, το σιδεράδικο
- η σφυρηλάτηση
Γαλλικά (fr)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
forge | forges |
forge (fr) θηλυκό
- το μεταλλουργείο, το σιδηρουργείο, τo σιδεράδικο
- το καμίνι
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη forger