↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σεκλέτι τα σεκλέτια
      γενική του σεκλετιού των σεκλετιών
    αιτιατική το σεκλέτι τα σεκλέτια
     κλητική σεκλέτι σεκλέτια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
σεκλέτι < (άμεσο δάνειο) τουρκική sıklet (βάρος, θλίψη, καημός) < αραβική ثقل (ṯiql, βάρος)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /seˈkle.ti/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σεκλέτι ουδέτερο

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία