Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πολυσέλιδος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Αντώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
πολυσέλιδ
ος
η
πολυσέλιδ
η
το
πολυσέλιδ
ο
γενική
του
πολυσέλιδ
ου
της
πολυσέλιδ
ης
του
πολυσέλιδ
ου
αιτιατική
τον
πολυσέλιδ
ο
την
πολυσέλιδ
η
το
πολυσέλιδ
ο
κλητική
πολυσέλιδ
ε
πολυσέλιδ
η
πολυσέλιδ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
πολυσέλιδ
οι
οι
πολυσέλιδ
ες
τα
πολυσέλιδ
α
γενική
των
πολυσέλιδ
ων
των
πολυσέλιδ
ων
των
πολυσέλιδ
ων
αιτιατική
τους
πολυσέλιδ
ους
τις
πολυσέλιδ
ες
τα
πολυσέλιδ
α
κλητική
πολυσέλιδ
οι
πολυσέλιδ
ες
πολυσέλιδ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
πολυσέλιδος
<
πολυ-
+
-σέλιδος
Επίθετο
επεξεργασία
πολυσέλιδος, -η, -ο
που αποτελείται ή καταλαμβάνει πολλές
σελίδες
↪
πολυσέλιδο
φυλλάδιο,
πολυσέλιδη
προκήρυξη
Αντώνυμα
επεξεργασία
ολιγοσέλιδος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πολυσέλιδος
αγγλικά
:
multipage
(en)
,
with
lots
of
pages