πιέτα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | πιέτα | οι | πιέτες |
γενική | της | πιέτας | των | πιετών |
αιτιατική | την | πιέτα | τις | πιέτες |
κλητική | πιέτα | πιέτες | ||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- πιέτα < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πιέτα θηλυκό
Μεταφράσεις επεξεργασία
πιέτα
|