πηχτόγαλο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- πηχτόγαλο < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπηχτόγαλο ουδέτερο
- (τυρί) ένα είδος ξινομυζήθρας, φρέσκο μαλακό τυρί που έχει απαλή κρεμώδη υφή και ελαφρά ξινή γεύση και παρασκευάζεται στην Κρήτη και ειδικότερα στον νομό Χανίων
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία πηχτόγαλο
|
Πηγές
επεξεργασία- πηχτόγαλο - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)