πεντηκοντάδραχμος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- πεντηκοντάδραχμος < αρχαία ελληνική πεντηκοντάδραχμος (Συγχρονικά αναλύεται σε πεντήκοντα + δραχμ(ή) + -ος)
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /pen.di.konˈda.ðɾax.mos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πε‐ντη‐κο‐ντά‐δραχ‐μος
Επίθετο
επεξεργασίαπεντηκοντάδραχμος, -η, -ο
- (παρωχημένο) που έχει αξία ίση με πενήντα δραχμές
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία πεντηκοντάδραχμος
|
Πηγές
επεξεργασία- ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΠτώση | Ενικός | Πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
Ονομαστική | ὁ, ἡ πεντηκοντάδραχμος | τὸ πεντηκοντάδραχμον | οἱ, αἱ πεντηκοντάδραχμοι | τὰ πεντηκοντάδραχμα |
Γενική | τοῦ, τῆς πεντηκονταδράχμου | τοῦ πεντηκονταδράχμου | τῶν πεντηκονταδράχμων | τῶν πεντηκονταδράχμων |
Δοτική | τῷ, τῇ πεντηκονταδράχμῳ | τῷ πεντηκονταδράχμῳ | τοῖς, ταῖς πεντηκονταδράχμοις | τοῖς πεντηκονταδράχμοις |
Αιτιατική | τὸν, τὴν πεντηκοντάδραχμον | τὸ πεντηκοντάδραχμον | τοὺς, τὰς πεντηκονταδράχμους | τὰ πεντηκοντάδραχμα |
Κλητική | πεντηκοντάδραχμε | πεντηκοντάδραχμον | πεντηκοντάδραχμοι | πεντηκοντάδραχμα |
Πτώσεις | Δυικός | |||
Ονομαστική-Αιτιατική-Κλητική | πεντηκονταδράχμω | |||
Γενική-Δοτική | πεντηκονταδράχμοιν |
Ετυμολογία
επεξεργασία- πεντηκοντάδραχμος < πεντήκοντα + δραχμή
Επίθετο
επεξεργασίαπεντηκοντάδραχμος, -ος, -ον
- που έχει αξία πενήντα δραχμών
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- πεντηκοντάδραχμος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- πεντηκοντάδραχμος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.