πεντηκοντάδραχμον
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- πεντηκοντάδραχμον < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου πεντηκοντάδραχμος
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπεντηκοντάδραχμον ουδέτερο
Πηγές
επεξεργασία- πεντηκοντάδραχμος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.