παπαρουνής
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | παπαρουνής | η | παπαρουνιά | το | παπαρουνί |
γενική | του | παπαρουνή & παπαρουνιού |
της | παπαρουνιάς | του | παπαρουνιού (παπαρουνί) |
αιτιατική | τον | παπαρουνή | την | παπαρουνιά | το | παπαρουνί |
κλητική | παπαρουνή | παπαρουνιά | παπαρουνί | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | παπαρουνιοί | οι | παπαρουνιές | τα | παπαρουνιά |
γενική | των | παπαρουνιών | των | παπαρουνιών | των | παπαρουνιών |
αιτιατική | τους | παπαρουνιούς | τις | παπαρουνιές | τα | παπαρουνιά |
κλητική | παπαρουνιοί | παπαρουνιές | παπαρουνιά | |||
Οι τύποι με γιώτα (-ιού, -ιοί, -ιά, -ιών, ...) προφέρονται με συνίζηση. | ||||||
Κατηγορία όπως «σταχτής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπαπαρουνής
- που έχει το χρώμα της παπαρούνας
- (ουσιαστικοποιημένο) παπαρουνί
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη παπαρούνα
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- παπαρουνής - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)