Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο οκταπύρηνος η οκταπύρηνη το οκταπύρηνο
      γενική του οκταπύρηνου της οκταπύρηνης του οκταπύρηνου
    αιτιατική τον οκταπύρηνο την οκταπύρηνη το οκταπύρηνο
     κλητική οκταπύρηνε οκταπύρηνη οκταπύρηνο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι οκταπύρηνοι οι οκταπύρηνες τα οκταπύρηνα
      γενική των οκταπύρηνων των οκταπύρηνων των οκταπύρηνων
    αιτιατική τους οκταπύρηνους τις οκταπύρηνες τα οκταπύρηνα
     κλητική οκταπύρηνοι οκταπύρηνες οκταπύρηνα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία επεξεργασία

οκταπύρηνος < οκτα- + πυρήνας + -ος ((μεταφραστικό δάνειο) (αγγλικά) eight-core)

  Επίθετο επεξεργασία

οκταπύρηνος, -η, -ο

  • (πληροφορική) (νεολογισμός) που έχει οκτώ πυρήνες
    Ένα νέο δυνατό smartphone ετοιμάζεται(...), το αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό του οποίου είναι ο πρώτος πραγματικά οκταπύρηνος επεξεργαστής της αγοράς, καθώς και οι οκτώ πυρήνες του μπορούν να λειτουργούν ταυτόχρονα. (*)

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία