οζονομετρικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- οζονομετρικός < οζονομετρία / οζονόμετρο + -ικός
Προφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαοζονομετρικός, -ή, -ό
Συγγενικά
επεξεργασία- οζονομετρία
- οζονόμετρο
- → δείτε τις λέξεις όζον και μέτρο
Μεταφράσεις
επεξεργασία οζονομετρικός