↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ξαγρύπνια οι ξαγρύπνιες
      γενική της ξαγρύπνιας
    αιτιατική την ξαγρύπνια τις ξαγρύπνιες
     κλητική ξαγρύπνια ξαγρύπνιες
Προφέρεται με συνίζηση στην κατάληξη ως παροξύτονο.
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ξαγρύπνια < ξαγρυπν(ώ} + -ια (αναδρομικός σχηματισμός)[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ksaˈɣɾi.pɲa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ξα‐γρύ‐πνια

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ξαγρύπνια θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

→ και δείτε τη λέξη αγρυπνία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία