• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

ντάνα

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : Ντάνα

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ντάνα οι ντάνες
      γενική της ντάνας των ντανών
    αιτιατική την ντάνα τις ντάνες
     κλητική ντάνα ντάνες
όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

ντάνα < (άμεσο δάνειο) ιταλική tana < λατινική subtana < subtus < sub < ινδοευρωπαϊκή ρίζα *upo- (ὑπό)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

ντάνα θηλυκό

  • στοίβα από διάφορα πράγματα με τάξη το ένα πάνω στο άλλο

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • ντανιάζω

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    ντάνα
  • γαλλικά : pile (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ντάνα&oldid=4984343"
Τελευταία επεξεργασία στις 23 Ιανουαρίου 2021, στις 20:54

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 23 Ιανουαρίου 2021, στις 20:54.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie