Δείτε επίσης: μπούζι

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μπουζί τα μπουζιά
      γενική του μπουζιού των μπουζιών
    αιτιατική το μπουζί τα μπουζιά
     κλητική μπουζί μπουζιά
Οι καταλήξεις -ιού, -ιά, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
χρησιμοποιείται και άκλιτο
Κατηγορία όπως «παιδί» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

μπουζί < (άμεσο δάνειο) γαλλική bougie

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /buˈzi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μπου‐ζί
 
τρία διαφορετικά μπουζί

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μπουζί ουδέτερο άκλιτο

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία