Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μουσκεμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Μετοχή
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
μουσκεμέν
ος
η
μουσκεμέν
η
το
μουσκεμέν
ο
γενική
του
μουσκεμέν
ου
της
μουσκεμέν
ης
του
μουσκεμέν
ου
αιτιατική
τον
μουσκεμέν
ο
τη
μουσκεμέν
η
το
μουσκεμέν
ο
κλητική
μουσκεμέν
ε
μουσκεμέν
η
μουσκεμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
μουσκεμέν
οι
οι
μουσκεμέν
ες
τα
μουσκεμέν
α
γενική
των
μουσκεμέν
ων
των
μουσκεμέν
ων
των
μουσκεμέν
ων
αιτιατική
τους
μουσκεμέν
ους
τις
μουσκεμέν
ες
τα
μουσκεμέν
α
κλητική
μουσκεμέν
οι
μουσκεμέν
ες
μουσκεμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
μουσκεμένος
<
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
μουσκεύω
Μετοχή
επεξεργασία
μουσκεμένος, -η, -ο
→
δείτε
τη λέξη
μουσκεύω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μουσκεμένος
αγγλικά
:
sodden
(en)
γαλλικά
:
trempé
(fr)
,
mouillé
(fr)