Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μετασχολικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Αντώνυμα
1.2.2
Δείτε επίσης
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
μετασχολικ
ός
η
μετασχολικ
ή
το
μετασχολικ
ό
γενική
του
μετασχολικ
ού
της
μετασχολικ
ής
του
μετασχολικ
ού
αιτιατική
τον
μετασχολικ
ό
τη
μετασχολικ
ή
το
μετασχολικ
ό
κλητική
μετασχολικ
έ
μετασχολικ
ή
μετασχολικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
μετασχολικ
οί
οι
μετασχολικ
ές
τα
μετασχολικ
ά
γενική
των
μετασχολικ
ών
των
μετασχολικ
ών
των
μετασχολικ
ών
αιτιατική
τους
μετασχολικ
ούς
τις
μετασχολικ
ές
τα
μετασχολικ
ά
κλητική
μετασχολικ
οί
μετασχολικ
ές
μετασχολικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
μετασχολικός
<
μετα-
+
σχολικός
Επίθετο
επεξεργασία
μετασχολικός, -ή, -ό
που έχει
σχέση
με την
περίοδο
μετά
από τη
φοίτηση
σε
σχολείο
ή αναφέρεται σ’ αυτή
Αντώνυμα
επεξεργασία
προσχολικός
Δείτε επίσης
επεξεργασία
εξωσχολικός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μετασχολικός