μεταξοκλωστικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
μεταξοκλωστικός
- που αφορά ή συμβάλλει στην κλώση νημάτων μεταξιού
- (ουσιαστικοποιημένο) μεταξοκλωστική: η κατασκευή μεταξένιων νημάτων και η σχετική τέχνη
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
μεταξοκλωστικός
|