Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μεσοζωικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
Μεσοζωικός
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
μεσοζωικ
ός
η
μεσοζωικ
ή
το
μεσοζωικ
ό
γενική
του
μεσοζωικ
ού
της
μεσοζωικ
ής
του
μεσοζωικ
ού
αιτιατική
τον
μεσοζωικ
ό
τη
μεσοζωικ
ή
το
μεσοζωικ
ό
κλητική
μεσοζωικ
έ
μεσοζωικ
ή
μεσοζωικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
μεσοζωικ
οί
οι
μεσοζωικ
ές
τα
μεσοζωικ
ά
γενική
των
μεσοζωικ
ών
των
μεσοζωικ
ών
των
μεσοζωικ
ών
αιτιατική
τους
μεσοζωικ
ούς
τις
μεσοζωικ
ές
τα
μεσοζωικ
ά
κλητική
μεσοζωικ
οί
μεσοζωικ
ές
μεσοζωικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
μεσοζωικός
< (
άμεσο δάνειο
)
αγγλική
Mesozoic
<
μέσ(ος)
+
-ο-
+
ζωικός
Επίθετο
επεξεργασία
μεσοζωικός, -ή, -ό
(
παλαιογεωλογία
) που σχετίζεται με τον
Μεσοζωικό αιώνα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μεσοζωικός
αγγλικά
:
Mesozoic
(en)