μαργωμένος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μαργωμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου μαργώνω
Μετοχή
επεξεργασίαμαργωμένος, -η, -ο
- → δείτε τη λέξη μαργώνω
- ※ Εν αντιθέσει προς άλλα εμβληματικά διαβατήρια γεγονότα, όπως η γέννηση, η βάπτιση και ο γάμος, ο θάνατος δεν διαθέτει δρώντα πρωταγωνιστή, αλλά στη συνήθη εκδοχή του συνεπάγεται μικρό ή μεγάλο πλήθος τεθλιμμένων δευτεραγωνιστών και τριταγωνιστών ενώπιον ενός ασάλευτου και μαργωμένου σώματος. (Ανδρέας Γ. Μαρκαντωνάτος, Το πένθος ταιριάζει… στους ανθρώπους, Το Βήμα, 04/04/2019 [1])
Μεταφράσεις
επεξεργασία μαργωμένος
|