λαμπάντα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | λαμπάντα | ||
γενική | της | λαμπάντας | ||
αιτιατική | τη | λαμπάντα | ||
κλητική | λαμπάντα | |||
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- λαμπάντα < πορτογαλική lambada (δυνατό χαστούκι, χτύπημα)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαλαμπάντα θηλυκό, μόνο στον ενικό
- (χορός) γρήγορος ερωτικός / αισθησιακός βραζιλιάνικος χορός, στον οποίο τα ζευγάρια χορεύουν σε στενή επαφή, καθώς και η σχετική μουσική
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Lambada στην αγγλική Βικιπαίδεια