κολάσιμος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /koˈlasimos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κο‐λά‐σι‐μος
Επίθετο επεξεργασία
κολάσιμος
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη κολάζω
Μεταφράσεις επεξεργασία
κολάσιμος