κλεψίτυπος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίακλεψίτυπος, -η, -ο
- που ανατυπώθηκε ή αναπαράχθηκε χωρίς την άδεια του κατόχου των δικαιωμάτων
Συγγενικά
επεξεργασία- κλεψιτυπία
- κλεψίτυπο
- → δείτε τις λέξεις κλέβω και τύπος
Μεταφράσεις
επεξεργασία κλεψίτυπος
|