καλοζυγισμένος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- καλοζυγισμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου καλοζυγίζω. Αναλύεται σε καλο- + ζυγισμένος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Μετοχή
επεξεργασίακαλοζυγισμένος, -η, -ο
- που έχει ζυγιστεί καλά
Μεταφράσεις
επεξεργασία καλοζυγισμένος
|