ηλεκτροστατικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ηλεκτροστατικός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο επεξεργασία
ηλεκτροστατικός, -ή, -ό
- σχετικός με τον στατικό ηλεκτρισμό
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ηλεκτροστατικός