ηλεκτροστατικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ηλεκτροστατικός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίαηλεκτροστατικός, -ή, -ό
- σχετικός με τον στατικό ηλεκτρισμό
- ※ Στο εργοστάσιο λειτουργούν 19 ηλεκτροστατικά φίλτρα και 136 σακόφιλτρα τελευταίας τεχνολογίας, συμβάλλοντας σημαντικά στη μείωση των ρύπων (Αίγλη Δήμογλου, Η βιομηχανία στο νομό Μαγνησίας από στον 19ο στον 20ο αιώνα, 2005, σελ. 113)
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία ηλεκτροστατικός