πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ηλεκτρεγερτικός η ηλεκτρεγερτική το ηλεκτρεγερτικό
      γενική του ηλεκτρεγερτικού της ηλεκτρεγερτικής του ηλεκτρεγερτικού
    αιτιατική τον ηλεκτρεγερτικό την ηλεκτρεγερτική το ηλεκτρεγερτικό
     κλητική ηλεκτρεγερτικέ ηλεκτρεγερτική ηλεκτρεγερτικό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ηλεκτρεγερτικοί οι ηλεκτρεγερτικές τα ηλεκτρεγερτικά
      γενική των ηλεκτρεγερτικών των ηλεκτρεγερτικών των ηλεκτρεγερτικών
    αιτιατική τους ηλεκτρεγερτικούς τις ηλεκτρεγερτικές τα ηλεκτρεγερτικά
     κλητική ηλεκτρεγερτικοί ηλεκτρεγερτικές ηλεκτρεγερτικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία
ΔΦΑ : /i.lek.tɾe.ʝeɾ.tiˈkos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ηλεκτρεγερτικός

ηλεκτρεγερτικός, -ή, -ό

Πολυλεκτικοί όροι

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία