Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ζοριλίδικος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Επίθετο
1.3.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ζοριλίδικ
ος
η
ζοριλίδικ
η
το
ζοριλίδικ
ο
γενική
του
ζοριλίδικ
ου
της
ζοριλίδικ
ης
του
ζοριλίδικ
ου
αιτιατική
τον
ζοριλίδικ
ο
τη
ζοριλίδικ
η
το
ζοριλίδικ
ο
κλητική
ζοριλίδικ
ε
ζοριλίδικ
η
ζοριλίδικ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ζοριλίδικ
οι
οι
ζοριλίδικ
ες
τα
ζοριλίδικ
α
γενική
των
ζοριλίδικ
ων
των
ζοριλίδικ
ων
των
ζοριλίδικ
ων
αιτιατική
τους
ζοριλίδικ
ους
τις
ζοριλίδικ
ες
τα
ζοριλίδικ
α
κλητική
ζοριλίδικ
οι
ζοριλίδικ
ες
ζοριλίδικ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ζοριλίδικος
<
ζοριλίκι
+
-ίδικος
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
zo.ɾiˈli.ði.kos
/
Επίθετο
επεξεργασία
ζοριλίδικος, -η, -ο
(
προφορικό
)
άλλη μορφή
του
ζόρικος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ζοριλίδικος
→
δείτε
τη λέξη
ζόρικος