ζοριλίδικων
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτουΕπεξεργασία
ζοριλίδικων
- αρσενικό του ζοριλίδικος, στην γενική του πληθυντικού
- θηλυκό του ζοριλίδικος, στη γενική του πληθυντικού
- ουδέτερο του ζοριλίδικος, στη γενική του πληθυντικού
ζοριλίδικων