Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ζαρζαβατικό
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
ζαρζαβατικ
ό
τα
ζαρζαβατικ
ά
γενική
του
ζαρζαβατικ
ού
των
ζαρζαβατικ
ών
αιτιατική
το
ζαρζαβατικ
ό
τα
ζαρζαβατικ
ά
κλητική
ζαρζαβατικ
ό
ζαρζαβατικ
ά
Κατηγορία
όπως «
βουνό
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ζαρζαβατικό
<
ζαρζαβάτι
+
-ικό
<
τουρκική
zerzavat
<
περσική
سبزه
(
sabza
,
πρασινάδα
,
πράσινος
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ζαρζαβατικό
ουδέτερο
λαχανικό
,
κηπευτικό
ή
χορταρικό
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ζαρζαβατικό
γαλλικά
:
légume
(fr)