• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

légume

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : legume

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γαλλικά (fr)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Εκφράσεις
      • 1.3.2 Συγγενικές λέξεις

Γαλλικά (fr)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

1. légume < lesgum < λατινική legumen
2. légume < κατά το αγγλικό vegetable

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /le.ɡym/
  (βοήθεια·αρχείο)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
légume légumes

légume (fr) αρσενικό

  1. το λαχανικό, το ζαρζαβατικό
  2. (μεταφορικά) (οικείο) βαριά άρρωστος, ανθρώπινο φυτό

ΕκφράσειςΕπεξεργασία

  • une grosse légume - προσωπικότητα, άνθρωπος επιρροής

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • légumier - légumière
  • légumine
  • légumineux - légumineuse
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=légume&oldid=5284832"
Τελευταία επεξεργασία στις 30 Σεπτεμβρίου 2021, στις 07:05
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 30 Σεπτεμβρίου 2021, στις 07:05.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie