↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ετερόκεντρος η ετερόκεντρη το ετερόκεντρο
      γενική του ετερόκεντρου της ετερόκεντρης του ετερόκεντρου
    αιτιατική τον ετερόκεντρο την ετερόκεντρη το ετερόκεντρο
     κλητική ετερόκεντρε ετερόκεντρη ετερόκεντρο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ετερόκεντροι οι ετερόκεντρες τα ετερόκεντρα
      γενική των ετερόκεντρων των ετερόκεντρων των ετερόκεντρων
    αιτιατική τους ετερόκεντρους τις ετερόκεντρες τα ετερόκεντρα
     κλητική ετερόκεντροι ετερόκεντρες ετερόκεντρα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ετερόκεντρος < έτερος + -ο- + κέντρο + -ος

  Επίθετο

επεξεργασία

ετερόκεντρος

Αντώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία