Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η εθελοδουλία οι εθελοδουλίες
      γενική της εθελοδουλίας των εθελοδουλιών
    αιτιατική την εθελοδουλία τις εθελοδουλίες
     κλητική εθελοδουλία εθελοδουλίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

εθελοδουλία < ελληνιστική κοινή ἐθελοδουλία < αρχαία ελληνική ἐθελοδουλεία < ἐθελοδουλέω < ἐθελόδουλος < ἐθέλω + δοῦλος

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /e.θe.lo.ðuˈli.a/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

εθελοδουλία θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία