γραφομηχανή
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- γραφομηχανή < γραφο- + -ο- + -μηχανή (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική machine à écrire)
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ɣɾa.fo.mi.xaˈni/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαγραφομηχανή θηλυκό
- ειδική μηχανή με την οποία ο χειριστής της, πατώντας τα πλήκτρα της, αποτυπώνει σε χαρτί κάποιο κείμενο
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία γραφομηχανή