γραφομηχανή
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
γραφομηχανή των αρχών του 20ού αιώνα
Ετυμολογία Επεξεργασία
- γραφομηχανή < γραφο- + -ο- + μηχανή (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική machine à écrire)
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /ɣɾa.fo.mi.xaˈni/
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
γραφομηχανή θηλυκό
- ειδική μηχανή με την οποία ο χειριστής της, πατώντας τα πλήκτρα της, αποτυπώνει σε χαρτί κάποιο κείμενο
Επεξεργασία
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
γραφομηχανή