• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

βγαλμένος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Μετοχή
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο βγαλμένος η βγαλμένη το βγαλμένο
      γενική του βγαλμένου της βγαλμένης του βγαλμένου
    αιτιατική τον βγαλμένο τη βγαλμένη το βγαλμένο
     κλητική βγαλμένε βγαλμένη βγαλμένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι βγαλμένοι οι βγαλμένες τα βγαλμένα
      γενική των βγαλμένων των βγαλμένων των βγαλμένων
    αιτιατική τους βγαλμένους τις βγαλμένες τα βγαλμένα
     κλητική βγαλμένοι βγαλμένες βγαλμένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία
βγαλμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου βγάζω και βγαίνω

Μετοχή

επεξεργασία

βγαλμένος, -η, -ο

→ δείτε τη λέξη βγάζω

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    βγαλμένος
  • γαλλικά : enlevé (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=βγαλμένος&oldid=5461373"
Τελευταία επεξεργασία στις 28 Ιανουαρίου 2022, στις 18:57

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 28 Ιανουαρίου 2022, στις 18:57.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας