Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η βαρυστομαχιά οι βαρυστομαχιές
      γενική της βαρυστομαχιάς των βαρυστομαχιών
    αιτιατική τη βαρυστομαχιά τις βαρυστομαχιές
     κλητική βαρυστομαχιά βαρυστομαχιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

βαρυστομαχιά < βαρύς + στομάχι + -ιά

  Ουσιαστικό επεξεργασία

βαρυστομαχιά θηλυκό

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία