αφηγηματολογικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αφηγηματολογικός < (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική narratologique. Μορφολογικά αναλύεται σε αφηγηματολογ(ία) + -ικός
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.fi.ʝi.ma.to.lo.ʝiˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐φη‐γη‐μα‐το‐λο‐γι‐κός
Επίθετο επεξεργασία
αφηγηματολογικός, -ή, -ό
- σχετικός με την αφηγηματολογία
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
αφηγηματολογικός
Πηγές επεξεργασία
- αφηγηματολογικός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)