Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αστροφωτογραφία οι αστροφωτογραφίες
      γενική της αστροφωτογραφίας των αστροφωτογραφιών
    αιτιατική την αστροφωτογραφία τις αστροφωτογραφίες
     κλητική αστροφωτογραφία αστροφωτογραφίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

αστροφωτογραφία < αστρο- + φωτογραφία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.stɾo.fo.to.ɣɾaˈfi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐στρο‐φω‐το‐γρα‐φί‐α

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αστροφωτογραφία θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία