Δείτε επίσης: ἀρχιστράτηγος
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αρχιστράτηγος οι αρχιστράτηγοι
      γενική του αρχιστράτηγου
& αρχιστρατήγου
των αρχιστράτηγων
& αρχιστρατήγων
    αιτιατική τον αρχιστράτηγο τους αρχιστράτηγους
& αρχιστρατήγους
     κλητική αρχιστράτηγε αρχιστράτηγοι
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
αρχιστράτηγος < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή ἀρχιστράτηγος. Μορφολογικά αναλύεται σε αρχι- + στρατηγός.
ΔΦΑ : /aɾ.çiˈstra.ti.ɣos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: αρχιστράτηγος

Ουσιαστικό

επεξεργασία