αρχιμηνιά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | αρχιμηνιά | οι | αρχιμηνιές |
γενική | της | αρχιμηνιάς | των | αρχιμηνιών |
αιτιατική | την | αρχιμηνιά | τις | αρχιμηνιές |
κλητική | αρχιμηνιά | αρχιμηνιές | ||
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- αρχιμηνιά < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἀρχιμηνιά[1] < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή ἀρχιμηνία[2] < ἀρχι- + αρχαία ελληνική μήν
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /aɾ.çi.miˈɲa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αρ‐χι‐μη‐νιά
Ουσιαστικό
επεξεργασίααρχιμηνιά θηλυκό
Συνώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία αρχιμηνιά
- ↑ αρχιμηνιά - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].
- ↑ ἀρχιμηνία - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.