Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αποταγμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
αποσταγμένος
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Μετοχή
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αποταγμέν
ος
η
αποταγμέν
η
το
αποταγμέν
ο
γενική
του
αποταγμέν
ου
της
αποταγμέν
ης
του
αποταγμέν
ου
αιτιατική
τον
αποταγμέν
ο
την
αποταγμέν
η
το
αποταγμέν
ο
κλητική
αποταγμέν
ε
αποταγμέν
η
αποταγμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αποταγμέν
οι
οι
αποταγμέν
ες
τα
αποταγμέν
α
γενική
των
αποταγμέν
ων
των
αποταγμέν
ων
των
αποταγμέν
ων
αιτιατική
τους
αποταγμέν
ους
τις
αποταγμέν
ες
τα
αποταγμέν
α
κλητική
αποταγμέν
οι
αποταγμέν
ες
αποταγμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
αποταγμένος
:
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
αποτάσσω
Μετοχή
επεξεργασία
αποταγμένος
, -η, -ο
που έχει
αποταχθεί
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις
λέξεις
αποτάσσω
,
από
και
τάσσω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αποταγμένος