απορριξιμιός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.po.ɾi.ksiˈmɲos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐πορ‐ρι‐ξι‐μιός
Επίθετο επεξεργασία
απορριξιμιός, -ά, -ό
Άλλες γραφές επεξεργασία
Παροιμίες επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
απορριξιμιός
|