Ετυμολογία

επεξεργασία
ΔΦΑ : /a.po.kaɾ.ðiˈo.no/
τυπογραφικός συλλαβισμός:αποκαρδιώνω

αποκαρδιώνω, αόρ.: αποκαρδίωσα, παθ.φωνή: αποκαρδιώνομαι, π.αόρ.: αποκαρδιώθηκα, μτχ.π.π.: αποκαρδιωμένος

Συνώνυμα

επεξεργασία

Αντώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία