αντιφθισικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αντιφθισικός < αντι- + φθισικός (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική antituberculeux)
Επίθετο
επεξεργασίααντιφθισικός, -ή, -ό
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία αντιφθισικός
|