αντικαλλιτεχνικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αντικαλλιτεχνικός < αντι- + καλλιτεχνικός
Επίθετο
επεξεργασίααντικαλλιτεχνικός, -ή, -ό
- που είναι εναντίον των καλλιτεχνών ή της τέχνης
Συγγενικά
επεξεργασία- αντικαλλιτεχνικά
- → δείτε τις λέξεις αντί, καλλιτέχνης, καλός και τέχνη