αντικαλλιτεχνικά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αντικαλλιτεχνικά < αντικαλλιτεχνικός + -ά
Επίρρημα επεξεργασία
αντικαλλιτεχνικά
Μεταφράσεις επεξεργασία
αντικαλλιτεχνικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
αντικαλλιτεχνικά