αντιβαλκανικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αντιβαλκανικός < αντι- + βαλκανικός
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /an.di.val.ka.niˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐ντι‐βαλ‐κα‐νι‐κός
Επίθετο επεξεργασία
αντιβαλκανικός
- που είναι αντίπαλος ή αντιτίθεται σε βαλκανικές χώρες ή τα συμφέροντά τους
Αντώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
αντιβαλκανικός
Πηγές επεξεργασία
- αντιβαλκανικός - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας