Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ανοιξιάτικος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ανοιξιάτικ
ος
η
ανοιξιάτικ
η
το
ανοιξιάτικ
ο
γενική
του
ανοιξιάτικ
ου
της
ανοιξιάτικ
ης
του
ανοιξιάτικ
ου
αιτιατική
τον
ανοιξιάτικ
ο
την
ανοιξιάτικ
η
το
ανοιξιάτικ
ο
κλητική
ανοιξιάτικ
ε
ανοιξιάτικ
η
ανοιξιάτικ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ανοιξιάτικ
οι
οι
ανοιξιάτικ
ες
τα
ανοιξιάτικ
α
γενική
των
ανοιξιάτικ
ων
των
ανοιξιάτικ
ων
των
ανοιξιάτικ
ων
αιτιατική
τους
ανοιξιάτικ
ους
τις
ανοιξιάτικ
ες
τα
ανοιξιάτικ
α
κλητική
ανοιξιάτικ
οι
ανοιξιάτικ
ες
ανοιξιάτικ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ανοιξιάτικος
<
άνοιξη
Επίθετο
επεξεργασία
ανοιξιάτικος
που αναφέρεται ή γίνεται την
άνοιξη
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ανοιξιάτικος
αγγλικά
:
spring
(en)
γαλλικά
:
printanier
(fr)
εσπεράντο
:
printempa
(eo)
πολωνικά
:
wiosenny
(pl)