• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ανδρολόγος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η ανδρολόγος οι ανδρολόγοι
      γενική του/της ανδρολόγου των ανδρολόγων
    αιτιατική τον/την ανδρολόγο τους/τις ανδρολόγους
     κλητική ανδρολόγε ανδρολόγοι
Κατηγορία όπως «ζωγράφος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

ανδρολόγος < (καθαρεύουσα) ἀνδρολόγος < λόγιο ενδογενές δάνειο: (απόδοση) αγγλική andrologist < ανδρο- + -λόγος ( < λέγω)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

ανδρολόγος αρσενικό ή θηλυκό

  • (ιατρική, επάγγελμα) ο ειδικός στην ανδρολογία, στα προβλήματα υγείας ή δυσλειτουργίας που σχετίζονται με το αναπαραγωγικό σύστημα του άνδρα, συχνά ο ουρολόγος]

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    ανδρολόγος
  • αγγλικά : andrologist (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ανδρολόγος&oldid=5452775"
Τελευταία επεξεργασία στις 27 Ιανουαρίου 2022, στις 20:13
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 27 Ιανουαρίου 2022, στις 20:13.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie