• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ουρολόγος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η ουρολόγος οι ουρολόγοι
      γενική του/της ουρολόγου των ουρολόγων
    αιτιατική τον/την ουρολόγο τους/τις ουρολόγους
     κλητική ουρολόγε ουρολόγοι
Κατηγορία όπως «ζωγράφος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ουρολόγος < → λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ουρολόγος αρσενικό ή θηλυκό

  • (ιατρική, επάγγελμα) γιατρός ειδικευμένος στην ουρολογία

Συγγενικά

επεξεργασία
  • ουρολογία
  • ουρολογικός
  • → και δείτε τη λέξη ούρα

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    ουρολόγος
  • αγγλικά : urologist (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ουρολόγος&oldid=5500665"
Τελευταία επεξεργασία στις 2 Φεβρουαρίου 2022, στις 05:24

Γλώσσες

    • Polski
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 2 Φεβρουαρίου 2022, στις 05:24.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας