Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ουρολόγος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
/
η
ουρολόγ
ος
οι
ουρολόγ
οι
γενική
του
/
της
ουρολόγ
ου
των
ουρολόγ
ων
αιτιατική
τον
/
την
ουρολόγ
ο
τους
/
τις
ουρολόγ
ους
κλητική
ουρολόγ
ε
ουρολόγ
οι
Κατηγορία
όπως «
ζωγράφος
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ουρολόγος
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ουρολόγος
αρσενικό ή θηλυκό
(
ιατρική
,
επάγγελμα
) γιατρός ειδικευμένος στην
ουρολογία
Συγγενικά
επεξεργασία
ουρολογία
ουρολογικός
→
και
δείτε
τη λέξη
ούρα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ουρολόγος
αγγλικά
:
urologist
(en)