αμφιφανής
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | αμφιφανής | η | αμφιφανής | το | αμφιφανές |
γενική | του | αμφιφανούς* | της | αμφιφανούς | του | αμφιφανούς |
αιτιατική | τον | αμφιφανή | την | αμφιφανή | το | αμφιφανές |
κλητική | αμφιφανή(ς) | αμφιφανής | αμφιφανές | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | αμφιφανείς | οι | αμφιφανείς | τα | αμφιφανή |
γενική | των | αμφιφανών | των | αμφιφανών | των | αμφιφανών |
αιτιατική | τους | αμφιφανείς | τις | αμφιφανείς | τα | αμφιφανή |
κλητική | αμφιφανείς | αμφιφανείς | αμφιφανή | |||
* Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού | ||||||
Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασία- αμφιφανής < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἀμφιφανής
Επίθετο
επεξεργασίααμφιφανής, -ής, -ές
- (αστρονομία) ο αστέρας ή αστερισμός που ανατέλλει και δύει καθημερινά (σε σχέση με κάποιον τόπο - ημισφαίριο)[1] και, συνεπώς, μπορεί να παρατηρηθεί μόνο κατά τη διάρκεια του ημερονύκτιου (και την εποχή) που βρίσκεται πάνω από τη γραμμή του ορίζοντα· που φωτίζει ή είναι ορατός τόσο το πρωί, όσο και το βράδυ[2]
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία αμφιφανής
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ Κων.Σ. Χασάπης, Ουρανογραφία. Αθήνα: Ίδρυμα Ευγενίδου - Πλανητάριον, 1972, σσ. 6-7. Στο eef.edu.gr· πρόσβαση: 2020-12-18.
- ↑ Βλ. Εγκυκλοπαιδικό λεξικόν, τόμ. 1. Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Ελευθερουδάκη, 1927, σ. 950.